Αχ, αυτοί οι παππούδες μας!
Μιλάω για τους ανθρώπους που σήμερα είναι μεταξύ εβδομήντα και ογδόντα χρόνων. Άνθρωποι που αν κάτσουν να σου διηγηθούν την ιστορία της ζωής τους θα μείνεις έκπληκτος με το τι έχουν βιώσει.
Πείνα-Κατοχή-Πόλεμος
Στον πόλεμο του '40, μικρά παιδιά, κουβαλούσαν καρότσες με πέτρες προκειμένου να χτιστούν τα κατεστραμμένα γεφύρια, για να επιβιώσουν. Ξυπόλυτα, δίχως φαγητό τα μωρά τρέφονταν με σταφίδες ενώ τα μεγαλύτερα παιδιά με αγριάδα.
Τα μωρά όμως μεγάλωσαν και επειδή οι οικογένειές τους απαρτίζονταν από πολλά μέλη, αναγκάστηκαν να ξενιτευτούν για να βγάλουν χρήματα γιατί η αγροτική ζωή πρόσφερε τότε χρήματα πενιχρά.
Και που δε βρέθηκαν αυτά τα παιδιά:
Είκοσι ετών μπήκαν σ' ένα καράβι για την Κορέα.Τι ήξεραν να κάνουν?Να μαγειρεύουν για το πλήρωμα. Τα χρήματα όμως δεν ήταν αρκετά και έτσι στα είκοσι δύο γίνονται ανθρακωρύχοι στο Βέλγιο.
Εξακόσια μέτρα κάτω από τη γη, να τρυπούν τα έγκατά της. Τα ατυχήματα πολλά. Κάποιοι δεν κατάφεραν να γυρίσουν στην πατρίδα ποτέ! Κάποιοι άλλοι στάθηκαν πιο τυχεροί και μετά από σαράντα μέρες σ' ένα ξεχασμένο νοσοκομείο του Βελγίου, επανήλθαν και αποφάσισαν να φύγουν.
Ξεκίνησαν για την Ελλάδα αλλά κατέληξαν στο Μόναχο για να δουλέψουν σαν τεχνίτες για ένα μεροκάματο. Από εκεί πήγανε σε φάρμα στην Ελβετία, υποτίθεται για καλύτερα. Μάταια όμως. Αστυνομικοί τους συνέλαβαν και τους έδειξαν τον δρόμο της επιστροφής.
Το τρένο της επιστροφής σταματά στην Ιταλία όπου και εκεί δουλεύουν ως καθαριστές στα θέατρα και στα εστιατόρια για να επιβιώσουν.
Κάποιοι από αυτούς όμως πίστευαν πως η ελπίδα βρίσκεται ακόμη πιο μακριά. Στην ΑΜΕΡΙΚΉ.
Τον Αύγουστο του '60 ένα πλοίο με το όνομα 'QUEEN OLGA' σαλπάρει από τον Πειραιά για τις ακτές του Καναδά. Στην τσέπη δέκα δολάρια και στη βαλίτσα δυο αλλαξιές και μια κουβέρτα προίκα. Που πήγαιναν? Να κυνηγήσουν το όνειρο για μια καλύτερη ζωή? Ούτε και εκείνοι γνώριζαν.
Γλώσσα δε γνώριζαν και έτσι ξεκίνησαν να πλένουν πιάτα στον Καναδά, κερδίζοντας 35 δολάρια την εβδομάδα.
Κατάφεραν όμως σε λίγα χρόνια μετά από πολύ κόπο, ιδρώτα και ατελείωτα δάκρυα να κάνουν τα δικά τους μαγαζιά και τις δικές τους επιχειρήσεις. Να κάνουν οικογένεια, να πάρουν σπίτι και αυτοκίνητο και τα καλοκαίρια να επισκέπτονται τους γονείς και τα αδέρφια τους που δε λησμόνησαν ποτέ! Που ξενιτεύτηκαν αλλά παρέμειναν γνήσιοι Έλληνες κρατώντας ήθη-έθιμα και παραδόσεις.
Και φτάνουμε στο σήμερα που όσοι είμαστε τυχεροί και τους έχουμε κοντά μας, ευχαριστούμε τον Θεό που μας τους χάρισε και μαζευόμαστε όλοι γύρω τους για να ακούσουμε τις ιστορίες τους.
Αυτοί είναι οι παππούδες και οι γιαγιάδες μας που ταλαιπωρήθηκαν, πείνασαν, έκλαψαν, πολέμησαν, μα σήμερα είναι κοντά μας για να μας πιάσουν το χέρι και να μας πούνε -ΠΡΟΧΏΡΑ ΚΑΙ ΜΗ ΦΟΒΑΣΑΙ ΤΙΠΟΤΑ, ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΔΩ-.
Αφιερωμένο στους παππούδες της ζωής μου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου